Τι ορίζει τη διάρροια;

Η διάρροια ορίζεται ως η διέλευση χαλαρών, υδαρών κοπράνων τρεις ή περισσότερες φορές την ημέρα. Μπορεί να προκληθεί από διάφορους παράγοντες, όπως μόλυνση, φλεγμονή και δυσαπορρόφηση. Η διάρροια μπορεί επίσης να είναι σύμπτωμα ορισμένων ιατρικών καταστάσεων, όπως το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS) και η νόσος του Crohn.

Η διάρροια μπορεί να ταξινομηθεί είτε ως οξεία είτε ως χρόνια. Ως οξεία διάρροια ορίζεται η διάρροια που διαρκεί λιγότερο από δύο εβδομάδες, ενώ η χρόνια διάρροια ορίζεται ως η διάρροια που διαρκεί δύο εβδομάδες ή περισσότερο. Η οξεία διάρροια προκαλείται συχνότερα από μόλυνση, ενώ η χρόνια διάρροια μπορεί να προκληθεί από διάφορους παράγοντες, όπως λοίμωξη, φλεγμονή και δυσαπορρόφηση.

Η διάρροια μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά από επιπλοκές, όπως αφυδάτωση, ανισορροπίες ηλεκτρολυτών και υποσιτισμό. Η αφυδάτωση συμβαίνει όταν το σώμα χάνει περισσότερο νερό από αυτό που προσλαμβάνει. Οι ηλεκτρολυτικές ανισορροπίες συμβαίνουν όταν τα επίπεδα ηλεκτρολυτών, όπως το νάτριο και το κάλιο, στο σώμα είναι πολύ υψηλά ή πολύ χαμηλά. Ο υποσιτισμός εμφανίζεται όταν το σώμα δεν λαμβάνει αρκετά θρεπτικά συστατικά από τα τρόφιμα.

Η θεραπεία για τη διάρροια εξαρτάται από την αιτία. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η οξεία διάρροια θα υποχωρήσει από μόνη της μέσα σε λίγες ημέρες. Η θεραπεία για τη χρόνια διάρροια μπορεί να περιλαμβάνει φάρμακα, αλλαγές διατροφής και αλλαγές στον τρόπο ζωής.